Λάρυμνα

Λάρυμνα
Μεγάλος παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ., 1.087 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λοκρίδος του νομού Φθιώτιδος. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νομού, στην ακτή του βόρειου Ευβοϊκού κόλπου, 108 χλμ. ΝΑ της Λαμίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Οπουντίων. Παλαιότερα ονομαζόταν Καστρί. Η περιοχή είναι πλούσια σε χρωμιο-νικελιούχα σιδηρομεταλλεύματα και αποτελούσε το μεγαλύτερο μεταλλευτικό εξορυκτικό κέντρο σιδήρου-νικελίου της Ελλάδας κατά την ίδρυσή της το 1966. Σήμερα, στις εξορύξεις αυτές απασχολούνται περίπου 650 άτομα. Ιστορία. Η αρχαία Λ. βρίσκεται περίπου στη θέση της νέας· επρόκειτο για ισχυρή πόλη και αποτελούσε επίνειο του αρχαίου Ορχομενού. Βρισκόταν στις εκβολές του Βοιωτικού Κηφισού και ήταν χωρισμένη στην Άνω και στην Κάτω Λ. Η Άνω Λ. βρισκόταν πάνω σε λόφο (όπου σώζονται ακόμη ερείπια από την ακρόπολή της) και η Κάτω ήταν παραλιακή, με αξιόλογο λιμάνι. Η Λ. περιήλθε αργότερα υπό τη βοιωτική κυριαρχία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Λάρυμνα — fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λάρυμνα — Sp Lãrimna Ap Λάρυμνα/Larymna L R Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Λαρύμνης — Λάρυμνα fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λάρυμναν — Λάρυμνα fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φθιώτιδας, νομός — Νομός (4.441 τ. χλμ., 178.771 κατ.) της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Συνορεύει στα Β με τους νομούς Μαγνησίας, Λάρισας και Καρδίτσας, στα Ν με τους νομούς Βοιωτίας, Φωκίδας και Αιτωλοακαρνανίας, στα Δ με τον νομό Ευρυτανίας, ενώ στα Α βρέχεται… …   Dictionary of Greek

  • Larimna — (en griego Λάρυμνα, en latín Larymna) fue en la antigüedad un puerto de Beocia (Grecia) situado en la desembocadura del río Cefiso. Pausanias (IX.23.7) dice que Larimna perteneció a los locrios opuntios hasta que se sometió voluntariamente a… …   Wikipedia Español

  • ЛАРИМНА —    • Larymna,          Λάρυμνα, два города, Верхняя Л. и Нижняя Л. (η̉ άνω η̉ κάτω Λ.), при впадении реки Кефиса беотийского в Эвбейское море. Первый (н. Базараки) вскоре примкнул добровольно к Беотийскому союзу, второй (н. Лариса) принадлежал… …   Реальный словарь классических древностей

  • ЛОКРЫ —    • Locris,          Λοκρίς и Λοκροί, по преданию, получили название свое от Локра, правнука Амфиктиона и вождя колонии лелегов. Вследствие разрозненности своих частей народ этот никогда не мог достигнуть никакого значения в истории. В самой… …   Реальный словарь классических древностей

  • Βοιωτία — Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, που τα όριά της συμπίπτουν σχεδόν με τον σημερινό νομό Β. (βλ. λ.), ενώ ένα μικρό τμήμα της στα ανατολικά περιλαμβάνεται στον νομό Ευβοίας (βλ. λ.). Γεωλογική ιστορία. Η Β. βρίσκεται σε μια… …   Dictionary of Greek

  • γαρνιερίτης — Ορυκτό ένυδρο πυριτικό άλας μαγνησίου και νικελίου του τύπου (Ni, Mg)6 [(ΟΗ)6Si4Ο11]–Η2Ο. Κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα και τα περισσότερα κοιτάσματά του έχουν σχηματιστεί από επάλληλα λεπτά φύλλα, παρουσιάζοντας φυλλώδη υφή. Έχει χρώμα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”